Ο Covid-19 έχει προκαλέσει πολλές αλλαγές στη ζωή μας. Οι σχέσεις  μας έχουν αλλοτριωθεί και αυτό πιστεύω πως είναι το χείριστο από όλα τα κακά που ζούμε μέσα στην πανδημία. Συμβαίνουν δίπλα μας διάφορα σημαντικά περιστατικά τα οποία χρήζουν να αντιμετωπιστούν με ανθρωπιά, με συμπαράσταση και ψυχολογική υποστήριξη και όχι απαραίτητα σε προσωπικό επίπεδο . Και ενώ υπάρχει η θέληση για όλα τα παραπάνω, δεν επιτρέπεται σε κανέναν. Δεν σου επιτρέπουν να παραβρίσκεσαι στο νοσοκομείο δίπλα στον άνθρωπό σου ο οποίος υποφέρει ή έστω χρειάζεται κάποια βοήθεια. Αυτονόητο εφόσον βρίσκεται στο κρεββάτι του πόνου. Απαγορεύεται να είσαι κοντά του ακόμη και αν βρίσκεται σε τελική κατάσταση, λίγο πριν να φύγει .. επιβάλλεται να φύγει από την ζωή ολομόναχος! Φανταστείτε, να ζεις μία ζωή όποια κι αν είναι αυτή και να φεύγεις μονάχος, χωρίς να σου κρατάει το χέρι ο άνθρωπός σου, το παιδί σου, η μάνα σου. Να μην μπορεί ούτε τα μάτια να σου κλείσει. Εμένα όλο αυτό μου κάνει τραγικό και απάνθρωπο. Θεωρώ πως είναι ό,τι πιο σπαρακτικά επώδυνο έχει επιφέρει η επιδημία του κορονοιού. Δακρύζω στην σκέψη και μόνο για όλους όσους το αντιμετωπίζουν. Και το μαχαίρι είναι δίκοπο, διότι όσο απάνθρωπα στερείτε την αγάπη και την στήριξη η μια πλευρά, άλλο τόσο βιώνει τον ψυχικό πόνο ακόμη και την ψυχολογική βία η άλλη. Τόση σκληρότητα μου θυμίζει μία λαϊκή παροιμία που λέει ότι έφυγε σαν το σκυλί στο αμπέλι.

Υπάρχει στον οικογενειακό μου κύκλο μια ηλικιωμένη  κυρία η οποία στην περασμένη καραντίνα είχε τον αντίστοιχα ηλικιωμένο σύζυγό της σε κάποιο ίδρυμα αποκατάστασης διότι είχε υποστεί εγκεφαλικό. Η ιστορία δεν είχε αίσιο τέλος. Ο κύριος  Γιώργος απεβίωσε και η Κυρία Ελένη κλαίει με μαύρο δάκρυ όχι μόνο γιατί πέθανε το άλλο της μισό, γεγονός που είχε επίγνωση ότι θα συνέβαινε μία των ημερών, αλλά γιατί τελευταία φορά τον είχε δει έναν μήνα πριν φύγει από την ζωή και κυρίως διότι δεν μπόρεσε να είναι κοντά του στις τελευταίες του στιγμές. Ήταν ανήμπορη να πράξει τα αυτονόητα για το πιο αγαπημένο της πρόσωπο. Πόσο δίκιο να δώσεις σε αυτή την γυναίκα. Ποια λόγια θα της προσφέρουν παρηγοριά. Πως και πότε θα ξεπεράσει αυτή την βία που υπέστη σκεπτόμενη τον άνθρωπό της. Έπειτα από 50 χρόνια γάμου και κοινής ζωής, να την ζητάει στα τελευταία του και εκείνη ούτε καν να τον ακούει. Πόσο μάλλον να βρίσκεται κοντά του να τον αποχαιρετήσει. Και το αποκορύφωμα της τραγωδίας είναι η στιγμή του τελευταίου αντίο. Ακόμα και εκεί, τα απαγορευτικά μέτρα ξεπερνούν την ανθρωπιά και μόλις εννέα άνθρωποι είχαν το δικαίωμα να παραβρεθούν στην  αποχαιρετιστήρια τελετή. Κόντρα ρόλο στα ήθη και έθιμα μα προπαντός στην ψυχική και ηθική ικανοποίηση όσων επιθυμούν να συνοδεύσουν το νεκρό και να συμπαρασταθούν στην οικογένεια.

Κάτι παρόμοιο τυχαίνει να αντιμετωπίζει μια θεία μου στην Κρήτη. Ο θείος μου βρίσκεται στην εντατική 79 ημέρες  και η θεία μου δεν τον έχει δει τις τελευταίες 33. Δεν της επιτρέπεται η είσοδος λόγω κορονοιού. Είναι υποχρεωμένη κάθε μέρα να περιμένει τηλεφώνημα να την ενημερώσουν για την κατάσταση της υγείας του, όταν και αν βρουν χρόνο από τον θάλαμο οι νοσοκόμες. Η ζωή της όλη είναι μία κατάσταση άγνοιας, αγωνίας, άγχους, θυμού και στενοχώριας. Τα μάτια της μόνο κλαίνε και η υγεία της έχει κλονιστεί από αυτά που την αναγκάζουν να υποστεί. Πόσα λόγια παρηγοριάς να της πω. Κι αν πάθει κάτι σοβαρό με την υγεία της ποιος θα είναι υπεύθυνος. Πραγματικά έχω συγκλονιστεί και απογοητευτεί. Δεν με ενδιαφέρει ούτε η μάσκα που πρέπει να φοράω όλη μέρα, ούτε ο εγκλεισμός, ούτε η χασούρα της καραντίνας από οικονομικής πλευράς. Η απανθρωπιά και η σκληρότητα που αναγκαζόμαστε να ζούμε είναι που με απασχολούν και με συγκλονίζουν. Λύση δεν έχω να προτείνω, εύχομαι να βρεθεί σύντομα με γνώμονα τον άνθρωπο και την σημαντικότητα της ύπαρξης του. Είναι πολύ κρίμα να μηδενίζονται ζωές και να απαξιώνεται μέχρι και ο θάνατος τους.

Καλή δύναμη σε όλους μας!